Αλήθεια, πριν από πόσα χρόνια καθίσαμε σ’ αυτό το τραπέζι κι αρχίσαμε την τελευταία παρτίδα;
Έξω η μεγαλούπολη, οι σταθμοί γεμάτοι, οι μετανάστες κλαίνε
οι πυροσβεστικές αντλίες είναι η κραυγή του μίσους που ανάβει τις μεγάλες πυρκαγιές
οι δρόμοι ανάστατοι σαν τις σκέψεις ενός μανιακού, τα παράθυρα ανοιχτά σαν παγίδες
και στην οδό Αγίας Θέκλας στέκει μια γερασμένη πόρνη με τα φουστάνια της σηκωμένα ψηλά, δείχνοντας τη θλίψη της δημιουργίας
τα φανάρια θαμπά διηγούνται ιστορίες τρόμου που οι μέθυσοι
προσπαθούν να τις σκεπάσουν με βαριά τραγούδια –
είμαστε αιχμάλωτοι μιας αλήθειας που χάθηκε κάπου εκεί στα παιδικά μας χρόνια
και ζήσαμε το απέραντο σε μικρές σκοτεινές κάμαρες και το
τίποτα στις μεγάλες σελίδες της Ιστορίας –
τι λες; δεν κάνουμε μια παρτίδα ακόμα; Ο κόσμος είναι μια περίπτωση εντελώς προσωπική.
Τάσος Λειβαδίτης, «Η τελευταία παρτίδα», Τα Χειρόγραφα του Φθινοπώρου, 1990.
Featured Image: Στο Μοναστηράκι. Πηγή: www.inexarchia.gr