Μαθήματα Διαφυγής και Ελευθερίας
Συνηθίζω να λέω πως η Κατερίνα είναι ένα πλάσμα συμπαντικό. Όχι επειδή μια φωνή προσγειώνεται στον κόσμο μας ως ποίηση. Όχι επειδή επέλεξε το μέσο αυτό ως μέσο έκφρασης. Μα γιατί με τον τρόπο αυτό φανερώνει κάτι που υπάρχει μέσα σε όλους μας. Γιατί άνθρωπος-ποιητής δεν είναι μόνο αυτός που εμπνέεται, μα και αυτός που εμπνέει, αυτός που ωθείται από ένα συνεχόμενο «δεν ξέρω» όπως έχει πει και η εκπληκτική Βισουάβα Σιμπόρσκα.
Κάθε λέξη, κάθε πράξη, όσο καταπληκτικά και απύθμενα μηδαμινή, σεμνή, καθημερινή, είναι υλικό της ποίησης, η κοσμική της σκόνη χτίζει γαλαξίες και σώζει τον κόσμο. Εμείς, που γινόμαστε κοινωνοί μιας ποιητικής γραφής, σώζουμε τον κόσμο θεραπεύοντάς τον με τη μικρή μας σκόνη, με λέξεις όπως της Κατερίνας που θεραπεύουν την καρδιά μας θυμίζοντάς μας να μετράμε τον συναισθηματικό μας χρόνο ανεξάρτητα από το ρολόι.
Και έχει η ποίησή της εκείνη τη «σπάνια ισορροπία ανάμεσα στην υποψία και την αθωότητα, που αρνείται να θυσιάσει στην πρώτη τον τρυφερό λαιμό της δεύτερης» όπως γράφει ο Κώστας Κουτσουρέλης για τη νεανικότητα στην ποίηση, που είναι ό,τι πιο δύσκολο.[i]
Ο λόγος για την Κατερίνα Βλαχάκη, μια νέα ποιήτρια από τα Χανιά ετών 19, φοιτήτρια από το Σεπτέμβριο 2023 στο τμήμα Φιλολογίας του Πανεπιστημίου Κρήτης. Η Κατερίνα γεννήθηκε το Δεκέμβριο του 2004 στα Χανιά. Πάσχει από τετραπληγία στα πλαίσια εγκεφαλικής παράλυσης εκ γενετής, με αποτέλεσμα να μην μπορεί να περπατήσει ή να μιλήσει, ενώ ελέγχει τα χέρια της σε μικρό εύρος κίνησης. Γράφει χρησιμοποιώντας έναν αυτοσχέδιο κώδικα πολλαπλής επιλογής. Τον Αύγουστο του 2021 δημιούργησε την έκθεση «Αλυσίδα – η τέχνη μας ενώνει και μας ελευθερώνει», ένα διάλογο τέχνης ανάμεσα στα ποιήματά της και τις δημιουργίες 26 καλλιτεχνών που εμπνεύστηκαν από αυτά. Επέλεξε να σπουδάσει στη φιλοσοφική σχολή για να ασχοληθεί με την ελληνική γλώσσα, τη φιλοσοφία και την ποίηση. Η πρώτης της ποιητική συλλογή Οδός Διαφυγής και Ελευθερίας κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Καλειδοσκόπιο σε δίγλωσση έκδοση (Ελληνικά/Αγγλικά) τον Ιούνιο 2021. Όπως γράφει η ίδια, η συλλογή αυτή αντιπροσωπεύει την πρώτη της επαφή με τον κόσμο της ποιητικής δημιουργίας, ο οποίος αποτελεί για εκείνην μέσο διαφυγής κι ελευθερίας από τη φυλακή μέσα στην οποία γεννήθηκε.
Από την πλεονεκτική θέση στην οποία βρίσκομαι να έχω πρόσβαση στο χάρτη της διαδρομής της Κατερίνας από τους πρώτους της πειραματισμούς μέχρι την πρώτη της συλλογή, ως συνοδοιπόρισσά της στον κόσμο της ποίησης και μεταφράστριας της πρώτης της συλλογής στα Αγγλικά, σκέφτηκα να γυρίσω λίγο πίσω και να ξαναδιαβάσω αυτό το χάρτη. Αυτό που ανακάλυψα με τη φρέσκια πλέον ματιά που σου χαρίζει η απόσταση του χρόνου, είναι πως οι σημειώσεις μας πάνω στα ποιήματα, το αποτέλεσμα μιας κουβέντας πάνω σε κάθε στίχο και λεπτομέρεια του ποιήματος, δεν φανερώνουν απλές θεματικές αλλά τη φωνή της Κατερίνας, τη ματιά της πάνω στο κάθε ποίημα.
Κοιτάζοντας με πιο πολλή προσοχή παρατηρώ την απίστευτη ικανότητά της να βρίσκει το όποιο ψήγμα ελπίδας ακόμη και στα πιο σκοτεινά ή εσωτερικά ποιήματα, το οποίο εγώ το απέδιδα θεατρικά στις κουβέντες μας με κάποιο πλασματάκι, ένα παραμυθένιο ξωτικό ή κάποιο έντομο που έβρισκε τρόπο να χωθεί μέσα στην ανάγνωσή μας του ποιήματος.
Είναι αυτή η βαθιά και αληθινή διασκέδαση που προσφέρει η ενασχόληση με τις λέξεις όταν φέρνει τόσο σπουδαίες συζητήσεις και ενδοσκοπήσεις στο προσκήνιο που μεταμορφώνουν το δωμάτιο της Κατερίνας σε ένα μικρό θαυμαστό σύμπαν που ταξιδεύει στο χωροχρόνο. Μας αρέσει να γελάμε με το πώς ξετρύπωσαν όλες ετούτες οι κουβέντες από τη σπηλιά μας που είναι ενίοτε και το κέντρο επιχειρήσεων για σπουδαίες εξορμήσεις. Και όλα ξεκινούν από μία τόσο μικρή υποψία ιδέας, μια προτροπή, μια γαλαξιακή σκόνη που μπαίνει στο δωμάτιο και που τελικά εκρήγνυται με πάθος τριγύρω και μέσα μας.
«Σαν ένα ματσάκι από λέξεις η ποίηση» έγραφε τον Νοέμβρη του 2003 η Κική Δημουλά στο κείμενο που εκφώνησε κατά την τελετή υποδοχής της στην Ακαδημία Αθηνών, «τις συλλέγει από το μικρό θερμοκήπιό του ένας μονόλογος που χρόνια ονειρεύεται να τις προσφέρει σε μιαν επικοινωνία με την οποία είναι αιώνες ερωτευμένος, χωρίς να έχει λάβει σαφή δείγματα ανταποκρίσεως εκ μέρους της».[ii]
Κοιτώ πίσω στις πρώτες μας συζητήσεις πάνω σε ποιήματα γραμμένα στην ελληνική γλώσσα και βρίσκω τον Μανόλη Αναγνωστάκη. «Πράξε, γράψε» γραμμένο δίπλα στον στίχο «Ανάπηρος δείξε τα χέρια σου. Κρίνε για να κριθείς». Η στρατηγική και η σκέψη που χρειάζεται και η στρατηγική σκέψη όταν συζητούσαμε «Το σκάκι». Για τη γενναιότητα του τρελού που παλεύει ακόμη και μόνος για το «Μονάχα ετούτο τον τρελό μου θα κρατήσω / που ξέρει μόνο σ’ ένα χρώμα να πηγαίνει». Για το γέλιο ως μια υπέροχη στρατηγική και για την αισιοδοξία ως ένδειξη γενναιότητας ακόμη και όταν είσαι ευάλωτος για το «γελώντας μπρος στις τόσες πανοπλίες σου». Για τις μάχες της ζωής που δεν σταματούν ποτέ για το κλείσιμο του ποιήματος «Κι αυτή δεν έχει τέλος η παρτίδα…» Και για τη συνεχή υπενθύμιση στον εαυτό μας για να μην εφησυχάζει ποτέ για το επαναληπτικό «όλα όλα και τ’ άλογά μου θα στα δώσω».
Ύστερα, συζητήσεις για τον άνθρωπο που δεν σταματά να θέλει και να θέλει τόσο άπληστα από τον «Τελευταίο Σταθμό» του Γιώργου Σεφέρη, «ο άνθρωπος είναι μαλακός και διψασμένος σαν το χόρτο, / άπληστος σαν το χόρτο,» αλλά και για την κουτοπονηριά του σαν «προτιμά να σφυρίξουν τα δρεπάνια στ’ άλλο χωράφι». Για τους ήρωες που προχωρούν στα σκοτεινά αλλά και για το υπέροχο «Μήπως ο άνθρωπος είναι άλλο πράγμα; / Μην είναι αυτό που μεταδίνει τη ζωή; / Καιρός του σπείρειν, καιρός του θερίζειν» με ειδική σημείωση για το πόσο χαρά έδωσε το μήνυμα αυτών των στίχων στη νέα μας ποιήτρια σαν ανακαλύψαμε πως αυτό που είναι ο άνθρωπος πραγματικά, χωρίς τις αλλοιώσεις που τον παραμορφώνουν, είναι γνώση, ομορφιά και ζωή.
Για τον Ανδρέα Εμπειρίκο και τον σουρρεαλισμό. Υπογραμμίζω κάποιες από τις ερωτήσεις που έθεταν οι υπερρεαλιστές λίγο μετά τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο όταν οι επιζήσαντες νέοι ζητούσαν επειγόντως την αλλαγή του υπάρχοντος κόσμου: «Η ελευθερία του ανθρώπου μπορεί να είναι ταυτόσημη με την ελευθερία της φαντασίας;», «Μπορούν οι λέξεις να είναι ‘δημιουργοί ενέργειας’;»
Για τον τζίτζικα της Κατερίνας Αγγελάκη Ρουκ που ανοίγει το στόμα του και τραγουδά, άσχημα ίσως μα ξεχωρίζοντας χάρη στο τραγούδι του από τ΄ άλλα άφωνα ηχεία της φύσης, η Κατερίνα σημείωσε πως αυτός είναι ένας αυθεντικός δημιουργός καθώς δεν έχει άλλη επιλογή.
Για το ποίημα «Αποχρωματισμοί» του Βύρωνα Λεοντάρη σημειώσαμε πως ξοδεύουμε τις λέξεις χωρίς να κατανοούμε αληθινά το νόημά τους για αυτό το στίχο «στα λόγια σπάταλοι, φιλάργυροι όμως στο αίμα» ενώ για το «θα ’ναι φριχτό να φύγουμε έτσι, δίχως / μια πίστη, έναν αγώνα, μια κραυγή», όπου κραυγή αυτή η εσωτερική δύναμη που βγαίνει προς τα έξω και γίνεται χείμαρρος, η Κατερίνα απάντησε με μια δική της κραυγή με ένα πρωτόλειο ποίημα, που δεν θα το βρείτε στη συλλογή, μα δίνει το στίγμα της ποιήτριάς μας όταν πειραματιζόταν με το στίχο και δομούσε τα δικά της δυνατά νοήματα. Το ποίημα έχει τίτλο «Κοντά στον ήλιο»:
Έζησες έστω και λίγο με ξεγνοιασιά;
Δέχτηκες να χαθείς μέσα στο άγνωστο χωρίς αγωνία;
Αφέθηκες ν’ απολαύσεις τη στιγμή με εμπιστοσύνη;
Μπορείς να ζωγραφίσεις τους ορφανούς εσωτερικούς θησαυρούς σου που έριξες στην πυρά;
Τόση χρειάζεται δύναμη
Τόσο χρειάζεται θάρρος
Τότε απ’ τον ήλιο θ’ ακουστεί η μεγαλύτερη κραυγή –
Θα είναι η χαρά σου.
Με τα σταθερά φεγγάρια για πυξίδα από το ποίημα «Νυχτερινές νυσταγμένες ερωτήσεις» όπου ο συναισθηματικός χρόνος είναι αυτός που βαραίνει περισσότερο, όπως συμβαίνει συχνά στη γραφή της Κατερίνας.
Αναρωτιέμαι τι θα γινόταν αν
γαλήνη φώτιζε το πρόσωπα των ινδαλμάτων.
Αναρωτιέμαι τι θα γινόταν αν
διάβαινε την πόρτα του πλούσιου ο κακός λύκος.
Αναρωτιέμαι τι θα γινόταν αν
η αβάσιμη υποψία έβρισκε τον αέρα που χρειάζεται για να διεισδύσει στο μυαλό του δικαστή.
Αναρωτιέμαι τι θα γινόταν αν
ζητούσες πιο δίκαιο αποτέλεσμα σε κάθε ηθικό πόλεμο.
Αναρωτιέμαι τι θα γινόταν αν
κρινόταν ο αγαπημένος γκλάμορους ήρωας τηλεπαιχνιδιού από τα ξεχαρβαλωμένα βρώμικα κίβδηλα αγάλματα.
Αναρωτιέμαι τι θα γινόταν αν
έκανες όλη την Κυριακή δουλειά εθελοντική για το καλό της μακρινής Αιθιοπίας.<
Αναρωτιέμαι τι θα γινόταν αν
άξιζες τόσο ώστε να δημιουργηθεί ένας τοίχος προστασίας γύρω από τη θετική ενέργειά σου.Ίδιος ο ψεύτικος ζαρωμένος βδελυρός κόσμος
Ίδιος ο θετικός ευχάριστος ζωντανός εντυπωσιασμός
Σέρνονται δίπλα δίπλα
Θεωρητικά χωρίς σταθερή βάση
Μα πρακτικά στις ίδιες ράγες
Κι εγώ αναρωτιέμαι τι θα γινόταν αν
υπήρχαν σταθερά φεγγάρια σε τροχιά γύρω από κάθε νυχτερινό φράχτη…(«Νυχτερινές νυσταγμένες ερωτήσεις», Οδός Διαφυγής και Ελευθερίας, σελ. 51 )
Καρδιά και λογική, φως και σκοτάδι. Το φως κάποιες φορές σημαίνει ακινησία και αδιαφορία του βλέμματος ενώ το σκοτάδι, σαν μέρος του οργανικού συνόλου, προσφέρει πάντα την προοπτική της ανακάλυψης της αναπάντεχης ομορφιάς όπως στο ποίημα «Δεξιά κλειστή στροφή» όπου ένας κισσός υπερκαλύπτει ένα παλιό σπίτι και «προσφέρει την κάλυψη που χρειάζεται για να μπορέσει να ζωντανέψει η κρυφή ομορφιά των πραγμάτων.»
Την πρώτη αυτή συλλογή την πρωτοπαρουσιάσαμε το βράδυ του θερινού ηλιοστασίου το 2021, 21η του Ιούνη.
Θερινό Ηλιοστάσι. Ὁ μεγαλύτερος ήλιος απὸ τη μια μεριὰ / κι απὸ την άλλη το νέο φεγγάρι’, που έγραφε κι ο Σεφέρης, κι ‘ανάμεσό τους […] κατακλυσμὸς της ζωής’! Για ένα πλάσμα σαν την Κατερίνα, που νιώθει, όπως γράφει, την ίδια εγγύτητα για το φως και το σκοτάδι, η συγκυρία αυτή δεν ήταν τυχαία.
«Δεν θέλω ο διακεκομμένος λανθασμένος θόρυβος του ρολογιού και η αδιάφορη ώρα να ορίζουν τη ζωή!», μας λέει η Κατερίνα στο ποίημά της «Ψεύτης Χρόνος» (Οδός Διαφυγής και Ελευθερίας, σελ. 49):
Θέλω να ξεκινάει η μέρα μου
όταν κλείνει το σγουρό καυτό ζηλευτό αγκάλιασμα της νύχτας.
Θέλω να έρχεται το καλοκαίρι
όταν βλέπω το πέπλο του χειμώνα ν’ αποσύρεται και τα πουλιά να επιστρέφουν.
Θέλω να ορίζω τη ζωή μου
με βάση το συναίσθημα και όχι το ρολόι!
Δεν ήταν τυχαίο που η ημέρα εκείνη μας θύμιζε πως η διάρκεια των εποχών του έτους ορίζεται αστρονομικά επειδή οι ημέρες του έτους δεν έχουν ίση διάρκεια μεταξύ τους. Από την επόμενη, καθώς ο άξονας περιστροφής της Γης γύρω από τον Ήλιο θα παρουσίαζε κλίση σχεδόν 23,4 μοιρών, το βόρειο ημισφαίριο, που μέχρι τώρα έγερνε προς τον Ήλιο, θα άρχιζε να αγκαλιάζει το σκοτάδι με μια κίνηση ασύλληπτα χορευτική. Αυτή η ζάλη των ανθρώπινων αριθμών, αυτή η κίνηση του σύμπαντος που ρυθμίζει τις ζωές μας, αυτή η λοξή ματιά της Γης προς τον Ήλιο, αυτή η λεπτή ισορροπία ανάμεσα σε σκοτάδι και φως, όλα αυτά είναι τα άυλα υλικά πίσω από τη γραφή της Κατερίνας.
Πάνω από μισό αιώνα πριν, σ΄ένα αλλοτινό θερινό ηλιοστάσι, ο Σεφέρης έγραφε «Δέξου ποιὸς εἶσαι./ Τὸ ποίημα / […] θρέψε το μὲ τὸ χῶμα καὶ τὸ βράχο ποὺ ἔχεις.»
Κάθε ποίημα της συλλογής αυτής έχει αγαπηθεί, πολύ. Μια φορά την εβδομάδα τρεις άνθρωποι – η Κατερίνα, η Ελεάννα, η μητέρα της Κατερίνας, και η Κωνσταντίνα – συναντιούνται, συζητούν, διαβάζουν, γελούν, μοιράζονται εικόνες και λέξεις, χρώματα, φαντασία, χιούμορ και έτσι ζυμώνεται η μία στις αποτυπώσεις ζωής της άλλης. Και όλα αυτά χάρη στις λέξεις, στις λέξεις της Κατερίνας βγαλμένες από την ανθρώπινη γωνιά του κόσμου, δουλεμένες με χώμα και βράχο, βγαλμένες από – Ομορφιά.
Ίσως σκεφτείτε πως όλα αυτά είναι όμορφα μα… ποιητικά. Δεν είναι τυχαίο που υπάρχουν τόσα κλισέ για την όμορφη αυτή τέχνη, την ποίηση, που οι περισσότεροι την συνδέουν με μια ονειροπόληση, απαραίτητη ίσως, μα δίχως πατήματα δυνατά στην πραγματικότητα, στην καθημερινότητα, στις έγνοιες της ζωής μέρα με τη μέρα.
Για το λόγο αυτό θεωρώ πολύ σημαντικό αυτό που γράφει η Κατερίνα στο οπισθόφυλλο της συλλογής της, ότι δηλαδή όλοι χρειαζόμαστε θαυματουργές οδούς διαφυγής και ελευθερίας από την πραγματικότητα αλλά και προς την πραγματικότητα. Γιατί η Κατερίνα, μια υπέροχη πρέσβειρα αυτής της τέχνης, μας δείχνει πως είναι όμορφο να μαχόμαστε τη συννεφιά του κόσμου με γαλήνια κρίση, να είμαστε πολεμιστές της ζωής, να χορεύουμε με καρδιά και φαντασία και πάντα να γυρίζουμε σε μια πραγματικότητα που μας ρίχνει κάτω συνεχώς μόνο και μόνο για να ανακαλύπτουμε με επιμονή γιατί δεν πέφτουμε! Το μαγικό της όνειρο στο ομότιτλό της ποίημα είναι το όνειρο όλων μας. Ακούστε:
Βγάζοντας το μοναδικό υποστήριγμα θεωρητικά θα βρισκόμουνα στο πάτωμα, αλλά για κάποιο μυστήριο λόγο αυτό δεν έγινε. Αντίθετα έμεινα να αιωρούμαι σαν να στέκομαι σε κυματιστό ξερονήσι. Άρχισα να αναρωτιέμαι πότε θα πέσω, φοβούμενη πως θα σπάσω τα μούτρα μου στα πλακάκια της κουζίνας. Γιατί δεν έπεφτα; Βγήκα από τον κρεμαστό μαγικό κήπο και πέταξα στις βεράντες και στα μπαλκόνια των γειτόνων. Πέταξα στο φεγγάρι και στην Αφροδίτη και στο πελώριο σύμπαν και στους μακρινούς γαλαξίες. Πέταξα σ’ αυτόν τον κόσμο και στον άλλον.
Σκέφτηκα να μη γυρίσω, αλλά γύρισα… περισσότερο για να μάθω γιατί δεν έπεσα!
(«Όνειρο Μαγικό», Οδός Διαφυγής και Ελευθερίας, σελ. 35)
Η ποίηση είναι αντίσταση, είναι εκπαίδευση στη δομημένη σκέψη, εκγύμναση της φαντασίας έτσι ώστε να βρίσκουμε οδούς διαφυγής και ελευθερίας προς την πραγματικότητα όταν ο λογικός νους μας εγκαταλείπει. Είναι όλα αυτά και για αυτούς που γράφουν και για αυτούς που διαβάζουν. Αυτή είναι η αντίσταση της ποίησης, γράφει ο Γεράσιμος Λυκιαρδόπουλος, το απροσδόκητο γρασίδι που βλέπουμε κάποτε να ραγίζει το τσιμέντο, ό,τι επιμένει ακόμη μέσα μας να λέει «όχι».[iii] Να λέει όχι, δεν εγκαταλείπω, με χορό, με παιχνίδι, με τραγούδι, αναγνωρίζοντας την κρυφή ομορφιά των πραγμάτων και τα σπάνια ευρήματα που μας βρίσκουν απρόσμενα πίσω από κλειστές στροφές.
Όπως σημειώνει ο Περικλής Κοροβέσης, η δημιουργία είναι η αναζήτηση του πραγματικού εαυτού μας και, την στιγμή που το ασήμαντο μπλοκάρει τη σκέψη των ανθρώπων, δημιουργία δεν είναι μόνο το καλλιτεχνικό έργο, «είναι κάθε ανθρώπινη δραστηριότητα που προσφέρει στην κοινωνία και αποσκοπεί στη συνεκτικότητά της, υφαίνοντας τον ιστό της αλληλεγγύης».[iv]
Οι λέξεις της Κατερίνας ζωντανεύουν την κρυφή ομορφιά των πραγμάτων και μας ενδυναμώνουν κι εμείς μπορούμε μόνο ευχαριστίες να προσφέρουμε για αυτό το δώρο. Είναι δημιουργία και αλληλεγγύη μαζί σε όποιο μέσα του κραυγάζει, σε όποιο ψάχνει φωνή, σε όποιο ψάχνει οδούς επικοινωνίας με την ενέργεια του κόσμου. Οι λέξεις της ομορφαίνουν τον χρόνο μας. Οι λέξεις της δημιουργούν τον χρόνο μας. Με τα λόγια της Κατερίνας,
Ας παίξουμε…
Ας χορέψουμε…
Ας παλέψουμε…
Ας τραγουδήσουμε…
Ας πετάξουμε…
Ας ελευθερωθούμε…
Ας ξυπνήσουμε…(«Ας ζωντανέψουμε για να μην πνιγούμε», Οδός Διαφυγής και Ελευθερίας, σελ. 37)
«Όλα είναι στο κεφάλι σου,» όπως είχε γράψει κι ο Κοροβέσης, «Σπάσ’ το και πέτα. / Ο ουρανός είναι απέραντος».
Κ.Γ.
[i] Κώστας Κουτσουρέλης, Τι Είναι και Τι Δεν Είναι Ποίηση, 2020, σελ. 115-116.
[ii] Κική Δημουλά, Ο Φιλοπαίγμων Μύθος, 2010, σελ. 11.
[iii] Γεράσιμος Λυκιαρδόπουλος, «Άουσβιτς και Παλαιστίνη», Ο Κάντιος και τα Βαλκάνια, σελ. 51-52.
[iv] Περικλής Κοροβέσης, «Η διαφορά ως ισότητα», Εφημερίδα των Συντακτών (02.06.2017, http://www.efsyn.gr/arthro/i-diafora- os-isotita), «Ο διάχυτος φασισμός», Εφημερίδα των Συντακτών (08.04.2017, http://www.efsyn.gr/arthro/o-diahytos-fasismos).