Σκασμένος απ’ το ποίημα που δεν έβγαινε, πήρα τους δρόμους μέρα Επιταφίου. Έρημη Αθήνα κι όσοι μείναν αφουγκράζονταν σ’ όλες τις ενορίες το ίδιο θάμα. Εγώ πάλι στο νου μου είχα το θαύμα μου, εκείνο που δεν έλεγε ν’ ανάψει, όταν
μου ζήτησαν φωτιά.Βρήκε τη μέρα ο τύπος, συλλογίστηκα. Αμίλητος, με την ανάσα χαμηλή, Σταθμός Λαρίσης καφενείο δυο ούζα, κι όλο τσούγκριζε δειλά.
Μόνο σαν μας λιγόστεψαν τα φώτα κι άρχισαν δίπλα να μαζεύουν τις καρέκλες:
– Να μην αργήσω στην περιφορά. Καλή σου νύχτα.
Γιάννης Βαρβέρης, «Πίνοντας ούζο μάλλον μόνος στο σταθμό», Ο Θάνατος το στρώνει (1986).
Featured photo: Aris Messinis/AFP/Getty Images (www.theguardian.com)